WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
strawberry n | (fruit) | φράουλα ουσ θηλ |
| (σπάνιο) | χαμοκέρασο ουσ ουδ |
| I love to eat strawberries. |
| Μ' αρέσουν πολύ οι φράουλες. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ο τόπος ήταν γεμάτος χαμοκέρασα. |
strawberry n as adj | (strawberry-flavored) | φράουλα ουσ ως επίθ |
| | με γεύση φράουλα περίφρ |
| I'd like a strawberry ice cream, please. |
Επιπλέον μεταφράσεις |
strawberry adj | (red in color) | που έχει το χρώμα της φράουλας περίφρ |
| (καθομιλουμένη, σπάνιο) | φραουλής επίθ |
| (γενικά) | κόκκινος επίθ |
| That girl - the one in the strawberry top. |
| Εκείνο το κορίτσι, αυτό με το κόκκινο μπλουζάκι. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Όχι, δεν θέλω κόκκινο τοίχο στο δωμάτιό μου. Θέλω να έχει το χρώμα της φράουλας. |
strawberry adj | (hair: reddish in color) | χρώμα της φράουλας περίφρ |
| (καθομιλουμένη) | φραουλί ουσ ουδ |
| (γενικά) | κόκκινο ουσ ουδ |
Σχόλιο: Αν δεν απαιτείται ακριβής περιγραφή, συνηθίζεται η επιλογή του όρου κόκκινο. |
| The woman's hair was strawberry, and her eyes, bright green. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Όχι, ο τοίχος δεν είναι κόκκινος. Έχει το χρώμα της φράουλας. |
strawberry n | (strawberry plant: fruit-bearing shrub) | φραουλιά ουσ θηλ |
| We have wild strawberries growing in the back yard. |
strawberry n | (color: red) (γενικά) | κόκκινο ουσ ουδ |
| | φραουλί ουσ ουδ |
| Bright strawberry is her favorite color. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025: